Οι Παξοί είναι το μικρότερο από τα επτά μεγάλα νησιά του Ιονίου πελάγους, µε έκταση 25,32 τ. χλµ.(μήκος 8 χλµ., πλάτος 4 χλµ.). Βρίσκεται στα νότια της Κέρκυρας, σε απόσταση 7 ν. μιλίων, και πολύ κοντά στις ηπειρωτικές ακτές της Ελλάδας (12 ν. μίλια μέχρι την Πάργα). Συνδέεται ακτοπλοϊκώς µε την πόλη της Κέρκυρας και τη Λευκίμη, καθώς και µε την Πάτρα, την Ηγουμενίτσα, την Αμφιλοχία και την Πρέβεζα, ενώ τους καλοκαιρινούς μήνες εκδρομικά σκάφη εκτελούν δρομολόγια προς και από την Πάργα.
Έχει πληθυσμό 2.400 κατοίκους, οι οποίοι ζουν από τη γεωργία κυρίως την καλλιέργεια της ελιάς και από την αλιεία. Ο τουρισμός δεν είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένος, ώστε το νησί αποτελεί ιδανικό τόπο για όσους αναζητούν γαλήνιες διακοπές, µακριά από τα πολυσύχναστα τουριστικά κέντρα. Η φύση των Παξών είναι σπάνιας ομορφιάς, πυκνή βλάστηση µε πεύκα, ελιές και αμπέλια, δαντελωτές παραλίες, απότομες ακτές µε βραχώδεις σχηματισμούς και κρυφές σπηλιές συνθέτουν το τοπίο του μικρού αυτού παραδείσου. Εξάλλου στο εσωτερικό του λείπουν οι ψηλές κορυφές (μέγιστο υψόμετρο στον Άγιο Ίσαυρο: 217 µ.) και έτσι δίνεται η δυνατότητα για ειδυλλιακές πεζοπορίες ή για βόλτες µε ποδήλατο. Για τους περιπατητές υπάρχουν πολλά μονοπάτια που οδηγούν σε απόμερες ακρογιαλιές, ενώ το οδικό δίκτυο είναι καλά οργανωμένο και αστικά λεωφορεία συνδέουν μεταξύ τους σχεδόν όλα τα χωριά.
Ένα άλλο μικρό νησί, οι Αντίπαξοι, βρίσκεται 3 ν. μίλια νοτίως των Παξών και έχει έκταση 5 τ. χλµ. και γύρω στους 120 κατοίκους. Περιλαμβάνει λίγους οικισμούς, αλλά πολλά περιβόλια, που ανήκουν κυρίως σε Παξιώτες. Όπως και οι Παξοί, είναι καταπράσινο µε καθαρές αμμώδεις παραλίες και πολλές σπηλιές. Από εδώ μπορεί κανείς να επισκεφθεί µε βάρκα τις κοντινές νησίδες Εξωλίθαρο και Δασκαλιό. Η γύρω θαλάσσια περιοχή προσφέρεται για υποβρύχιο ψάρεψα. Εξάλλου οι Παξοί και οι Αντίπαξοι είναι οι κύριοι προμηθευτές της Κέρκυρας σε ψάρι.
Στα βορειοδυτικά της Κέρκυρας, 10-14 μίλια από τις ακτές της, μια συστάδα νησιών, τα ονομαζόμενα διαπόντια, αποτελούν το πιο ακραίο ελληνικό έδαφος στην δύση, εκεί όπου το Ιόνιο Πέλαγος συναντάει την Αδριατική Θάλασσα.
Τα μεγαλύτερα ανάμεσα τους είναι το Μαθράκι, η Ερεικούσα και η Οθωνοί, μικροί παράδεισοι της Ελλάδας, όπου ο χρόνος φαίνεται να έχει σταματήσει, και η ζωή κυλάει ήσυχα, με αργούς ρυθμούς. Καταπράσινα και τα τρία, με την ελιά και το κυπαρίσσι να κυριαρχούν στο τοπίο, φιλοξενούν στο έδαφος τους ελάχιστους κατοίκους, κυρίως ψαράδες, γεωργούς και κτηνοτρόφους. Ακόμη πιο λίγοι είναι εκείνοι που τα επισκέπτονται, γεγονός που κατά ένα μεγάλο βαθμό συμβάλλει στην διατήρηση της αυθεντικότητάς τους.
Τους καλοκαιρινούς μήνες καΐκια και βενζινόπλοια εκτελούν καθημερινά δρομολόγια από και προς τα βορειοδυτικά λιμάνια και την πρωτεύουσα της Κέρκυρας. Όμως την διάρκεια του χειμώνα η σύνδεση αυτή είναι περιορισμένη και τα διαπόντια νησιά παραμένουν σχεδόν απομονωμένα. Για την αρχαία ιστορία των νησιών λίγα στοιχεία είναι γνωστά και προέρχονται ως επί το πλείστον από γραπτές πηγές: από τον ποιητή Λικόφρωνα (320 – 250 π.Χ.), από τον ιστορικό Πλίνιο (23-79μ.Χ.) και από τον λεξικογράφο Ησίχιο (5ος αι. μ.Χ.). Στα βυζαντινά χρόνια πρέπει να ήταν ακατοίκητα και μόνο κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας κατοικήθηκαν ξανά από μετανάστες των Παξών και της Ηπείρου, Στην διάρκεια της Αγγλικής Προστασίας χρησιμοποιήθηκαν ως τόποι εξορίας για τους αγωνιστές που επιθυμούσαν την Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα. Μετά από την Ένωση το 1864 αποτέλεσαν τον Δήμο των Διαποντίων Νήσων με έδρα την Άμμο στους Οθωνούς. Σήμερα το κάθε νησί ανήκει σε ξεχωριστή κοινότητα και όλα μαζί έχουν γύρω στους 600 μονίμους κατοίκους.
Το Μαθράκι απέχει 3 ν. μίλια από τις βορειοδυτικές ακτές της Κέρκυρας και βρίσκεται κοντά στην παραλία του Αρρίλα. Έχει έκταση 3,5 τ.χλμ. και γύρω στους 140 κατοίκους, οι οποίοι ασχολούνται με την αλιεία και με τις ελαιοκαλλιέργειες. Παλαιότερα είχε αναπτυγμένη ναυτιλία και αριθμούσε γύρω στα 30 ιστιοφόρα, όμως η μείωση του πληθυσμού επέφερε το τέλος αυτής της δραστηριότητας.
Οι Οθωνοί αποτελούν το δυτικότερο άκρο της Ελλάδας και απέχουν 7,5 ν. μίλια από τις βορειοδυτικές ακτές της Κέρκυρας και 43 ν. μίλια από το ακρωτήριο Οτράντο της Ιταλίας. Έχουν έκταση 9 τ. χλµ. και δύο μεγάλους οικισμούς, το Πάνω και το Κάτω Χωριό (Άμμος), µε 100 περίπου κατοίκους. Η παραλία κοντά στο λιμάνι, την Άμμο, έχει άμμο και βότσαλα, ενώ αμμώδης είναι η ακρογιαλιά στην Άσπρη Άμμο.
Ωστόσο δεν υπάρχουν ιστορικές μαρτυρίες για καμία από τις δύο αυτές θεωρίες. Στην περιοχή Καστρί σώζονται τα ερείπια ενός ενετικού φρουρίου, ενώ γνωρίζουμε ότι στην τοποθεσία Κασσιμάτικα υπήρχε σανατόριο για τους Άγγλους στρατιώτες (1814 - 1864). Το 19ο αι. σημειώθηκε μεγάλη ανάπτυξη της ναυτιλίας και οι κάτοικοι είχαν στην κατοχή τους γύρω στα 60 ιστιοφόρα.
Από το 1850 άρχισε σταδιακή μετανάστευση, που κορυφώθηκε στο διάστημα 1960-1970 µε ρεύματα προς την Αμερική, την Αυστραλία και τη Γερμανία. Σήμερα οι κάτοικοι ασχολούνται µε τη γεωργία και µε την αλιεία, ενώ πολύ μικρό ποσοστό των εσόδων προέρχεται από τον τουρισμό (στο νησί υπάρχουν λίγα ενοικιαζόμενα δωμάτια και αγροτικό ιατρείο).